Η χώρα μας, και μετά τη συμφωνία στο Eurogroup, επανέρχεται σιγά – σιγά στην κανονικότητα, βαδίζοντας σε αργούς μεν, αλλά, σε κάθε περίπτωση, ρυθμούς ανάπτυξης. Παράλληλα, η συνέχιση της προσπάθειας για δημοσιονομική προσαρμογή, δημιουργεί προϋποθέσεις ανάκαμψης. Θεωρούμε μάλιστα ότι σταδιακά δημιουργούνται νέες συνθήκες οικονομικής σταθερότητας, που τις έχει πολύ μεγάλη ανάγκη ο τόπος.
Όμως, η έξοδος της χώρας μας από τα μνημόνια, δεν συνεπάγεται ότι έχουν λυθεί, και μάλιστα «αυτόματα», τα πολλά και συσσωρευμένα προβλήματα δεκαετιών, ούτε, επίσης αίρονται οι στρεβλώσεις στη δομή της οικονομίας μας, που έχει δημιουργήσει ένα πλήρως αντιπαραγωγικό μοντέλο ανάπτυξης.
Η ιδιωτική επιχειρηματικότητα, και ειδικά η μεταποίηση, δύσκολα θα γίνει διεθνώς ανταγωνιστική, όσο το λειτουργικό της κόστος παραμένει σαφώς πολύ μεγαλύτερο απ’ αυτό των ανταγωνιστών της. Κόστος ενέργειας, φόροι, τέλη, εισφορές, κλπ, εκτοξεύουν κυριολεκτικά το κόστος της καθημερινής μας λειτουργίας στα ύψη.
Η κοινή λογική της υποστήριξης των επιχειρήσεων του ιδιωτικού τομέα πρέπει επιτέλους να επικρατήσει έναντι της προστασίας του κράτους.
Επιπλέον:
Οι καθυστερήσεις στην απονομή της δικαιοσύνης επιβαρύνουν το επενδυτικό και επιχειρηματικό περιβάλλον.
Οι περιφερειακές ανισότητες αντί να μειώνονται, αυξάνονται.
Η αστυφιλία την εποχή της οικονομικής κρίσης έχει ενταθεί.
Η αποκέντρωση με την έννοια της στρατηγικής στόχευσης και σημασίας της περιφέρειας ως βάση της κυβερνητικής πολιτικής έχει εξαφανισθεί.
Επειδή ακριβώς υπάρχουν τα παραπάνω μεγάλα προβλήματα, στον ΣΒΒΕ υποστηρίζουμε ότι το κεντρικό ζητούμενο την επόμενη μέρα είναι ακριβώς η αλλαγή του παραγωγικού υποδείγματος της χώρας. Στο νέο παραγωγικό υπόδειγμα κεντρικό ρόλο πρέπει να διαδραματίσει η μεταποιητική δραστηριότητα της χώρας μας, με την υλοποίηση παραγωγικών επενδύσεων και την παραγωγή διεθνώς εμπορεύσιμων προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας.
Αυτό προϋποθέτει θεσμικές μεταρρυθμίσεις που πρέπει ν΄ αναλάβει η δημόσια διοίκηση, με πρώτη αυτή της επανασύστασης του Υπουργείου Βιομηχανίας.
Το Υπουργείο Βιομηχανίας αποτελεί αδήριττη ανάγκη, αν πραγματικά θέλουμε να εφαρμόσουμε μια ρεαλιστική και συνεκτική βιομηχανική πολιτική. Ο τουρισμός εισφέρει με 6,40% στην προστιθέμενη αξία παραγωγής της χώρας για το 2017, και έχει το δικό του Υπουργείο. Το ίδιο και η ενέργεια και η εξορυκτική δραστηριότητα, με ποσοστό 4,46%. Επίσης η γεωργία με 4,05%, ακόμη και η κατασκευαστική δραστηριότητα με ποσοστό 2,33%, έχουν η καθεμία το δικό της Υπουργείο. Η βιομηχανία εισφέρει με το 10,17% της προστιθέμενης αξίας στη χώρα, οπότε, κι αυτό συνηγορεί στο ότι τελικά, η ξεχασμένη απ΄ όλες τις κυβερνήσεις των τελευταίων σχεδόν 40 ετών βιομηχανία, δικαιούται να έχει το δικό της Υπουργείο.
Η ανασύσταση του Υπουργείου Βιομηχανίας μπορεί και πρέπει να εισφέρει θετικά στην ανάταξη της οικονομίας της πατρίδας μας και στην οικοδόμηση του νέου παραγωγικού μοντέλου. Άλλωστε, η δημιουργία του Υπουργείου Βιομηχανίας είναι απαραίτητη για ν΄ αξιοποιηθεί η κρίσιμη μάζα γνώσεων και εμπειριών που διαθέτουν σήμερα οι υγιώς δρώσες μεταποιητικές επιχειρήσεις, οι οποίες παραμένουν στην Ελλάδα στη δύσκολη εποχή της οικονομικής κρίσης. Είναι οι επιχειρήσεις που, κυριολεκτικά, έχουν βάλει «πλάτη» στο να εξέλθει η χώρα από την κρίση, και μάλιστα με υψηλότατο κόστος: οικονομικό, προσωπικό και οικογενειακό.
Επιπλέον, και για να τοποθετηθεί η βιομηχανία πραγματικά στην πρωτοπορία της ανάπτυξης της χώρας, αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση η προσαρμογή στα ελληνικά δεδομένα και στο ελληνικό οικονομικό περιβάλλον του συνόλου των κατευθύνσεων της ευρωπαϊκής βιομηχανικής πολιτικής, οι οποίες, χωρίς αμφιβολία, διαμορφώνουν σήμερα τον μελλοντικό παραγωγικό ιστό της Ευρώπης.
Τέλος, αν μια τέτοια μεταρρυθμιστική απόφαση, συνοδευτεί και από συγκέντρωση όλων των αρμοδιοτήτων για τη βιομηχανία και τη μεταποίηση σ΄ ένα μόνο σημείο της δημόσιας διοίκησης, τότε το επόμενο προαπαιτούμενο για την επιτυχημένη αλλαγή του παραγωγικού μας μοντέλου είναι ένα: η κωδικοποίηση της νομοθεσίας που αφορά τη λειτουργία της μεταποίησης στη χώρα.